Επίθεση, φυγή, μούδιασμα. Τα τρία F (fight, flight, freeze) στα Αγγλικά. Είναι οι τρεις αντιδράσεις μας όταν τα σωματικά, ψυχικά, πνευματικά όρια παραβιάζονται. Και όταν τα όριά μας παραβιάζονται, βιώνουμε το λεγόμενο τραύμα. Αυτό μπορεί να συμβαίνει σε τρία επίπεδα. Σε σωματικό μπορεί να περιλαμβάνει μια εγχείρηση, έναν τραυματισμό, μια σωματική κακοποίηση. Η συναισθηματική παραβίαση ενέχει χειραγώγηση, ενοχοποίηση. Σε πνευματικό επίπεδο, βρίσκουμε τον προσηλυτισμό όπου η βασική ανάγκη του ανθρώπου για πίστη σε κάτι ανώτερο από αυτόν γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης.
Οι προαναφερόμενες τρεις αντιδράσεις ενεργοποιούνται όταν προηγουμένως ο άνθρωπος έχει στραφεί γύρω του σε άλλους ανθρώπους για βοήθεια και δεν έχει βρει ανταπόκριση. Έχει χρησιμοποιήσει το λεγόμενο νεοφλοιό- το νεότερο και “λογικό” μέρος του εγκεφάλου- που είναι υπεύθυνο μεταξύ άλλων για το πως σκεπτόμαστε, αντιλαμβανόμαστε, θυμόμαστε, σχεδιάζουμε και παίρνουμε αποφάσεις. Εφόσον έχουμε ματαιωθεί χρησιμοποιώντας τη νόησή μας για βοήθεια, καταφεύγουμε στις τρεις επόμενες αντιδράσεις που αντιστοιχούν και στα δύο επόμενα επίπεδα του εγκεφάλου, στο συναισθηματικό και το ερπετοειδές. Όταν λοιπόν συνεχίζεται η απειλή, ο κίνδυνος, είτε θα επιτεθούμε (“η επίθεση είναι η καλύτερη άμυνα”) είτε θα προσπαθήσουμε να την αποφύγουμε. Σε αυτήν την περίπτωση, ενεργοποιείται ο συναισθηματικός ή μεταιχμιακός εγκέφαλος. Αυτή η περιοχή είναι υπεύθυνη για πολλές λειτουργίες, όπως τι μας υποκινεί, με ποιό τρόπο εστιάζουμε την προσοχή μας και με ποιό τρόπο θυμόμαστε γεγονότα, μεταξύ άλλων. Εκεί, ακόμα υπάρχει η επιλογή της κίνησης στο σώμα, αλλά και στο συναίσθημα. Αν δεν υπάρχει περιθώριο για αυτές τις δύο αντιδράσεις γιατί έχουμε εγκλωβιστεί ή η απειλή είναι πολύ μεγαλύτερη από εμάς, μουδιάζουμε, παγώνουμε. Η μόνη ανάγκη που κυριαρχεί εκείνη τη στιγμή είναι της επιβίωσης με κάθε κόστος. Επειδή το σύστημά μας είναι απολαυστικά έξυπνα φτιαγμένο, επιλέγει να “κλείσει”, παρά να νοιώθει την παραβίαση ξανά και ξανά. Σταματάμε να νοιώθουμε και να αντιδράμε σε όλα τα επίπεδα. Σε αυτό το σημείο, ενεργοποιείται ο ερπετοειδής εγκέφαλος, το πιο αρχαϊκό επίπεδο που είναι υπεύθυνος για τα βασικά μας ένστικτα (ασφάλεια, τροφή, ύπνος, αναπαραγωγή). Όταν έχουμε φτάσει σε αυτό το σημείο, η επιλογή της κίνησης δεν υπάρχει. Και αυτό αποτελεί ένα από τα κυριότερα συμπτώματα του τραύματος.
Εφόσον δεχόμαστε ότι είμαστε τρισυπόστατα όντα και λειτουργούμε σε σωματικό, συναισθηματικό και πνευματικό επίπεδο, είναι επόμενο να υποθέσουμε ότι αν πληγεί το ένα επίπεδο, θα επηρεαστούν σε μεγάλο βαθμό και τα άλλα δύο. Αν υπάρξει παραβίαση σε σωματικό επίπεδο, τόσο το συναίσθημα, όσο και το πνεύμα μας θα τραυματιστούν. Αν πάρουμε για παράδειγμα την πολύ αθώα περίπτωση ενός απλού κρυολογήματος, όπου το σώμα πλήττεται, αμέσως νοιώθουμε και ψυχικά κουρασμένοι και πνευματικά αποκαμωμένοι. Ας φανταστούμε λοιπόν τι συμβαίνει σε σοβαρότερες περιπτώσεις, πχ. μιας επέμβασης, ενός σοβαρού τραυματισμού ή ενός βιασμού σε κάθε επίπεδο. Σε ακραία περιστατικά, το συναίσθημα αποκόβεται και υπάρχει η λεγόμενη αποσύνδεση, σχάση όπου ουσιαστικά, χάνουμε τη σύνδεση με τον εαυτό μας. Ο πόνος είναι τόσο μεγάλος, όπου ο οργανισμός μας “κλείνει” τις ασφάλειες. Αντίστοιχα, σε έναν χωρισμό, όπου το συναίσθημά μας δοκιμάζεται, αμέσως νοιώθουμε και το σώμα μας να μην ακολουθεί, πέφτει το ανοσοποιητικό μας και την πίστη μας να πτοείται (“δεν πρόκειται να βρω άλλον άνθρωπο”, “όλα εναντίον μου είναι”). Σαν συνέπεια, αρχίζουμε και αναρωτιόμαστε τι σημαίνει ανάρρωση και θεραπεία. Ποιά διάσταση του καρκίνου θεραπεύεται με τη χημειοθεραπεία; Πώς θεραπεύεται ο συναισθηματικός ακρωτηριασμός; Η φυσικοθεραπεία είναι αρκετή για τη θεραπεία της μέσης; Τι γίνεται με τα συναισθηματικά προβλήματα που “κατοικούν” σε αυτό το σημείο; Η ψυχοθεραπεία είναι αρκετή για την θεραπεία της κατάθλιψης, των φοβιών; Γιατί τα πόδια γίνονται βαριά και ακίνητα και το σώμα μας “δεν πάει”; Ερωτήσεις που φανερώνουν τη σύνδεση και των τριών επιπέδων, αλλά και την αναγκαιότητα της κίνησης. Είτε είναι σωματική, συναισθηματική ή πνευματική.
Αν αρχίσουμε να θεραπεύουμε το ένα επίπεδο, η θεραπεία περνάει και στα υπόλοιπα. Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος ή πιο ήπιος (εφόσον γίνεται σταδιακά) να εισχωρήσουμε και να αντιμετωπίσουμε τη δίνη του τραύματος είναι ο σωματικός. Το κάθε συναίσθημα εμπεριέχει κίνηση. Η χαρά έχει το άπλωμα. Η θλίψη έχει την καταστολή, την ακινησία. Ο θυμός έχει το σπρώξιμο. Ο φόβος έχει τη συρρίκνωση, το “μάζεμα”. Οπότε, ένας τρόπος να φτάσουμε στο τραύμα και να ανοίξουμε το συναίσθημα, να δώσουμε κίνηση στο συναίσθημα, είναι να μπούμε σε σωματική κίνηση. Να αρχίσει ο οργανισμός μας να ξεπαγώνει, να συν-κινείται. Γι αυτό τον λόγο είναι σημαντική η κάθε είδους άσκησης , πόσο μάλλον όταν μας φέρνει και σε περισσότερη επαφή με τη διάσταση της αναπνοής και του εαυτού μας. Η ίδια αναπνοή ενέχει κίνηση: εισπνοή, εκπνοή. Και το πρώτα πράγμα που κάνουμε αυτόματα και ασυναίσθητα όταν κινδυνεύουμε είναι να κάνουμε πολύ ρηχή την αναπνοή μας. Αποτελεί το προπύλαιο του σωματικού και συναισθηματικού μουδιάσματος. Η γιόγκα, το πιλάτες, ο χορός και άλλες μορφές πιο “εναλλακτικής” γυμναστικής είναι εξαιρετικές για να αρχίσει το σώμα να ξεμουδιάζει και να συν(γ)-κινείται. Στον ψυχοθεραπευτικό τομέα, διαφορετικές προσεγγίσεις σωματικής ψυχοθεραπείας που εισάγουν το σώμα στη διαδικασία, αποτελούν επίσης ένα πολύ αποτελεσματικό τρόπο αντιμετώπισης κάθε είδους τραύματος. Σε όλες τις μορφές γυμναστικής όμως ή κινησιοθεραπείας ή σωματικής ψυχοθεραπείας είναι σημαντικό η κίνηση να γίνεται ήπια και σταδιακά. Αν η κίνηση είναι βίαιη, απότομη ή έντονη, το σύστημά μας ανιχνεύει ξανά απειλή παραβίασης και κλείνει.
Συμπερασματικά, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τη σύνδεση που υπάρχει ανάμεσα στο σώμα, στο συναίσθημα και στο πνεύμα και άρα την αλληλεπίδρασή τους. Εφόσον υπάρξει ακινησία για οποιονδήποτε λόγο σε ένα επίπεδο, θα υπάρξει σε όλα. Και ένας ασφαλής τρόπος ο οργανισμός μας να επανέλθει σε λειτουργία και σε ροή είναι αρχικά να δουλευτεί η σωματική κίνηση με ήπιο και σεβαστικό ρυθμό ως προς το σύστημα του κάθε ανθρώπου. Τότε, η κίνηση εξαπλώνεται, το σώμα μας γίνεται πιο ευέλικτο, άρα και το συναίσθημά μας και το πνεύμα μας. Γινόμαστε πιο ολόκληροι, πιο ζωντανοί και άρα πιο ανοιχτοί να συνδιαλλαχτούμε ξανά με την κίνηση της ζωής.